συνέχεε

συνέχεε
συγχέω
pour together
imperf ind act 3rd sg (epic ionic)
συγχέω
pour together
aor ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • επεξέρχομαι — (AM ἐπεξέρχομαι) 1. εξέρχομαι εναντίον κάποιου, επιτίθεμαι 2. διηγούμαι ώς το τέλος, με λεπτομέρειες («τούτου ἕνεκα ἐπεξήλθομεν καὶ ὑπὲρ ὑμῶν καὶ ἡμῶν», Θουκ.) 3. εξετάζω με ακρίβεια αρχ. μσν. εκδικούμαι αρχ. 1. κατηγορώ, καταγγέλλω («εἰ… …   Dictionary of Greek

  • συγχυτικός — ή, ό / συγχυτικός, ή, όν, ΝΜΑ [συγχέω] αυτός που συγχέει (α. «τί γὰρ ἀναρχίας συγχυτικώτερον», Φίλ. β. «τὸ ψυχρὸν ἁφῆς συγχυτικόν», Πλούτ.) μσν. εκκλ. (για αιρετικό) αυτός που συνέχεε τις δύο φύσεις τού Χριστού …   Dictionary of Greek

  • σύγχυση — η / σύγχυσις, ύσεως. ΝΜΑ, και σύχυση Ν [συγχέω] 1. ανακάτεμα, μπέρδεμα (α. «σύγχυση γλωσσῶν» β. «διαιρῶν τὴν καθ ὁμωνυμίαν σύγχυσιν», Ευστ. γ. [για τον πύργο τής Βαβέλ] «διὰ τοῡτο ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτῆς Σύγχυσις, ὅτι ἐκεῑ συνέχεε κύριος τὰ χείλη… …   Dictionary of Greek

  • ИЕРИЙСКИЙ СОБОР — (10 февр. 8 авг. 754), церковный Собор, утвердивший иконоборческое учение. Осужден как еретический VII Вселенским Собором и К польским Собором 843 г. Источники сообщающие об И. С., весьма скудны: его деяния не сохранились, а вероучительное… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”